Ο κακός χαμός γίνεται μετά την δημοσιοποίηση της έκθεσης της συμβουλευτική εταιρεία Rewheelπου εκπονήθηκε για τηνΕπιτροπή Ανταγωνισμού, αναφορικά με τις ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΕΣ ΧΡΕΩΣΕΙΣ των εγχώριων εταιρειών κινητής τηλεφωνίας σε σχέση με τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο.
Η έκθεση της Rewheelπροκάλεσε την αντίδραση της ΕΕΕΤ αλλά και των εταιρειών WindκαιVodafone, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν αναιρεί το ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΟ γεγονόςπως πληρώνουμε από τις ΠΙΟ ΑΚΡΙΒΈΣυπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας στον πλανήτη.
Καταπέλτης για το υψηλό επίπεδο τιμών στην κινητή τηλεφωνία στην Ελλάδα είναι η έρευνα που ετοίμασε η φινλανδική συμβουλευτική εταιρεία Rewheel για την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, ακόμα και μετά τις τελευταίες μειώσεις τιμών, τον περασμένο Μάρτιο, «η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται ως η λιγότερο ανταγωνιστική χώρα των EΕ28 (σ.σ. 28 κρατών – μελών της Ε.Ε.) και των χωρών του ΟΟΣΑ, όπως φαίνεται από τις συγκριτικές μετρήσεις τιμών που καταγράφονται στις εξαμηνιαίες εκδόσεις Digital Fuel Monitor της Rewheel». Η αντίδραση των εταιρειών του κλάδου αναμένεται, καθώς η έκθεση δημοσιοποιήθηκε το απόγευμα της Πέμπτης.
Στην βασική συγκριτική μέτρηση της Rewheel, που στηρίζεται στα μέγιστα gigabyte δεδομένων (data) που θα μπορούσαν να αγοράσουν οι καταναλωτές με 30 ευρώ το μήνα, ως μέρος προγράμματος κινητής με 1.000 λεπτά ομιλίας, η Ελλάδα κατατάσσεται σταθερά από το 2014 ως η λιγότερο ανταγωνιστική αγορά EΕ28 & ΟΟΣΑ.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση «η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται ως η λιγότερο ανταγωνιστική χώρα στα μέγιστα gigabyte δεδομένων που δύναται ο καταναλωτής να αγοράσει με 30 ευρώ, σε σύγκριση με τις τιμές του Οκτωβρίου 2019 από όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ28 και του ΟΟΣΑ (εξαιρουμένων των τιμών που προσφέρονται μόνο σε ορισμένα ειδικά τμήματα καταναλωτών όπως νέοι, φοιτητές, ηλικιωμένοι, νέες συνδέσεις, καταναλωτές που αλλάζουν από άλλους φορείς εκμετάλλευσης, κ.λπ.).
Η Ελλάδα συνεχίζει να κατατάσσεται ως η μόνη χώρα της ΕΕ28 και του ΟΟΣΑ όπου οι καταναλωτές δεν μπορούσαν να αγοράσουν gigabytes δεδομένων σε προγράμματα 4G κινητής που περιλάμβαναν τουλάχιστον 1.000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας με προϋπολογισμό έως και 30 ευρώ το μήνα».
Στην έκθεση επισημαίνεται πως «με μηνιαίο προϋπολογισμό 60 ευρώ – μηνιαίο ποσό που μπορούν να ξοδέψουν πολύ λίγοι καταναλωτές στην Ελλάδα – οι Έλληνες καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν τον Οκτώβριο του 2019 ένα πρόγραμμα κινητής με το πολύ 5 gigabyte δεδομένων και 1000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας. Η Ελλάδα κατατάχθηκε ως η χώρα με τα λιγότερα gigabytes δεδομένων που θα μπορούσαν να αγοραστούν με 60 ευρώ τον Οκτώβριο του 2019». Τον Μάρτιο του 2020 ο καταναλωτής στην Ελλάδα με 60 ευρώ θα μπορούσε να αγοράσει ένα επιπλέον gigabyte από ό, τι τον Οκτώβριο του 2019 (6 έναντι 5 gigabytes).
Η Ελλάδα, κατά την έκθεση, είναι επίσης μακράν η πιο ακριβή αγορά σε μια άλλη «σημαντική μέτρηση συνδεσιμότητας δεδομένων κινητού δικτύου: σε αυτήν της μέσης μηνιαίας τιμή των προγραμμάτων κινητής που περιλάμβανε τουλάχιστον 1000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας». Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της Rewheel, «η μέση μηνιαία τιμή του Οκτωβρίου 2019 στην Ελλάδα για προγράμματα 4G κινητής που περιελάμβαναν 1000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας ήταν πάνω από 70 ευρώ το μήνα. Η μέση μηνιαία τιμή για τη δεύτερη πιο ακριβή χώρα, τη Μάλτα, ήταν περίπου 45 ευρώ ανά μήνα».
Οριακή αλλαγή
Τα τελευταία προγράμματα που παρουσίασαν οι τρεις ελληνικές Εταιρείες Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΚΤ) μετέβαλαν οριακά την κατάταξη της Ελλάδας σε αυτήν τη σημαντική μέτρηση. Με τις τιμές του Μαρτίου του 2020 η Ελλάδα κατατάσσεται ως η δεύτερη πιο ακριβή χώρα, (μετά τον Καναδά, στον οποίο υφίσταται de facto δυοπώλιο στην μέση τιμή gigabyte των προγραμμάτων 4G κινητής που περιλαμβάνουν 1000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας».
Στην έκθεση επισημαίνεται πως «οι τιμές στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλές ακόμα και εάν εξαιρεθούν οι φόροι κινητής τηλεφωνίας». Στην Rewheel θεωρούν πως ανατρέπεται ο ισχυρισμός της εταιρείας συμβούλων Ovum σύμφωνα με τον οποίο «οι φόροι που ισχύουν για την κινητή τηλεφωνία είναι υψηλότεροι στην Ελλάδα με μέση τιμή το 39% επί της χρέωσης (φόρος κινητής τηλεφωνίας που κυμαίνεται μεταξύ 12%, 15%, 18% ή 20% συν ΦΠΑ 24%, ήτοι συνολικά 36% τουλάχιστον)». Υποστηρίζουν πως «οι περισσότεροι Έλληνες καταναλωτές πληρώνουν 10-20 ευρώ το μήνα για να αγοράσουν προγράμματα με ελάχιστα δεδομένα (π.χ. 200 megabyte), ενώ σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, όπου το γενικό επίπεδο τιμών καταναλωτή είναι πολύ υψηλότερο, οι καταναλωτές αγοράζουν 5-100 gigabyte με περίπου 15 ευρώ το μήνα».
Η απουσία τέταρτου «παίκτη»
Κατά την Rewheel «το επίπεδο τιμών στις αγορές κινητής τηλεφωνίας της ΕΕ28 επηρεάζεται κυρίως από τον βαθμό αποτελεσματικού ανταγωνισμού παρά από το γενικό επίπεδο τιμών της χώρας ή από άλλους εξωγενείς παράγοντες. Οι τιμές κινητής τηλεφωνίας στις αγορές της ΕΕ28 καθορίζονται τόσο από τον αριθμό (3 έναντι 4) των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε αυτές όσο και από τα χαρακτηριστικά τους. Τυχόν συμφωνίες κοινοχρησίας δικτύων και φάσματος θα μπορούσαν επίσης, ανάλογα με το πεδίο εφαρμογής και τη γεωγραφική εμβέλεια της συμφωνίας, να περιορίσουν ή ακόμη και να εμποδίσουν σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στις αγορές κινητής τηλεφωνίας». Οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας «σε αγορές με 3 ανταγωνιστές, χρεώνουν μια μέση μηνιαία τιμή που είναι 2 φορές υψηλότερη από τη μέση μηνιαία τιμή που χρεώνουν οι εταιρείες κινητής όταν υφίστανται 4 ανταγωνιστές (44 € έναντι 22 €)».
Η παρουσία ενός τέταρτου φορέα εκμετάλλευσης δικτύου κινητής τηλεφωνίας «οδηγεί σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές στην αγορά. Μάλιστα, η παρουσία μιας τέταρτης εταιρείας δεν οδηγεί μόνο σε μείωση της χαμηλότερης διαθέσιμης τιμής στην αγορά, όπως ενδεχομένως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, αλλά και σε σημαντική μείωση της μέσης μηνιαίας τιμής της χώρας (σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών που προσφέρονται από όλες τις εταιρείες).
Η συσχέτιση του επίπεδου τιμών κινητής τηλεφωνίας με τον αριθμό των εταιρειών κινητής που δραστηριοποιούνται στην αγορά είναι σημαντική, ακόμη και εάν εξαιρεθούν οι ανταγωνιστές που βρίσκονται στην τέταρτη θέση εξ απόψεως μεριδίου αγοράς στις αγορές με 4 εταιρείες. Η μέση τιμή των υπολοίπων τριών ανταγωνιστών σε αυτές τις αγορές (25 €) είναι πολύ μικρότερη από τη μέση τιμή των ανταγωνιστών σε αγορές με 3 ΕΚΤ (44 €)».
Σε αντίστοιχα συμπεράσματα, για τη συσχέτιση του επιπέδου τιμών με τον αριθμό των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας σε μια αγορά κατέληξε και η Ofcom, η ρυθμιστική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου στον τομέα των τηλεπικοινωνιών σε μελέτη του 2016. Όπως αναφέρεται στην έκθεση της Rewheel, «η Ofcom κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι τιμές κινητής τηλεφωνίας είναι μεταξύ 17,2% και 20,5% χαμηλότερες κατά μέσο όρο σε χώρες όπου υπάρχει ένας επιπλέον φορέας κινητής τηλεφωνίας και μια “εταιρία αποστάτης” (maverick) στην αγορά».
Τα επιχειρήματα για τον περιορισμένο ανταγωνισμό
Σύμφωνα με την Rewheel, «η ελληνική αγορά κινητής τηλεφωνίας κατατάχθηκε ως η αγορά με την τρίτη υψηλότερη βαθμολογία δείκτη κλειστού ολιγοπωλίου μεταξύ των αγορών των κρατών μελών της ΕΕ28 στη μελέτη μας του 2015 και αυτή με τη δεύτερη υψηλότερη βαθμολογία στη μελέτη μας του 2016, (…).
Ποιοι είναι οι λόγοι: Πρώτον, «και οι τρεις ελληνικές ΕΚΤ δραστηριοποιούνται στην παροχή ευρυζωνικής σταθερής γραμμής και, ως εκ τούτου, μοιράζονται ένα οικονομικό κίνητρο (μη συντονισμένο αποτέλεσμα) περιορισμού του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή δεδομένων κινητού δικτύου. Η Cosmote είναι ο κατεστημένη εταιρία σταθερού δικτύου και ακολουθεί, όπως αναμενόταν, στρατηγική σύγκλισης σταθερής-κινητής. Η Vodafone και επίσης η Wind, χωρίς δική τους υποδομή ευρυζωνική σταθερής γραμμής, ακολουθούν επίσης στρατηγικές σύγκλισης σταθερής-κινητής, στηριζόμενοι πλήρως στην υποδομή σταθερής γραμμής της Cosmote. Αυτό αυξάνει τη συμμετρία στην αγορά και ευθυγραμμίζει τα οικονομικά κίνητρα και των τριών φορέων και ιδίως εκείνων της Vodafone και της Wind».
Δεύτερον, «δύο στους τρεις παρόχους στην Ελλάδα, δηλαδή η Cosmote και η Vodafone, ανήκουν σε μεγάλους ευρωπαϊκούς τηλεπικοινωνιακούς ομίλους (Deutsche Telekom και Vodafone αντίστοιχα) και ως εκ τούτου μοιράζονται ένα οικονομικό κίνητρο – μη συντονισμένο αποτέλεσμα – να μην επιτρέπουν στις θυγατρικές τους με μικρά μερίδια αγοράς να ανταγωνίζονται ενεργά στην τιμή, θυσιάζοντας τα έσοδά τους σε αυτές τις αγορές, υπό το φόβο αντιποίνων από τους μεγάλους ανταγωνιστές τους σε αγορές στις οποίες πρώτοι ηγούνται ή είναι στη δεύτερη θέση εξ απόψεως μεριδίου αγοράς, όπου χαμηλότερες τιμές θα είχαν σημαντικό αντίκτυπο στα έσοδα (και τα κέρδη) τους».
Τρίτον, «η Cosmote και η Vodafone ήταν από τους πρώτες ευρωπαϊκές εταιρείες που εισήγαγαν διακριτική τιμολόγηση στην πρόσβαση στο Διαδίκτυο από κινητές συσκευές (όπως η πρακτική zero-rating). Η διακριτική τιμολόγηση αυτή ενθαρρύνει τις ΕΚΤ να περιορίσουν τεχνητά την πρόσβαση στο Διαδίκτυο θέτοντας περιοριστικά όρια στα δεδομένα κινητού δικτύου. Κατά τον Μάρτιο του 2020, οι Cosmote και Vodafone εξακολουθούν να ακολουθούν πρακτικές zero-rating».
Τέλος, «η Vodafone και η Wind συνεργάζονται πολύ στενά σε μια σειρά από επιχειρηματικά κρίσιμους τομείς. Ο βαθμός συνεργασίας μεταξύ Vodafone και Wind δεν είναι συνηθισμένος, εφόσον πρόκειται επί της ουσίας περί συνεργασίας μεταξύ στενών ανταγωνιστών. Παρόλο που ο δείκτης κλειστού ολιγοπωλίου δεν λαμβάνει υπόψη αυτούς τους παράγοντες, ο πιθανός αρνητικός αντίκτυπος αυτών των παραγόντων στον αποτελεσματικό ανταγωνισμό δεν μπορεί να αγνοηθεί, τόσο αναφορικά με τη δημιουργία μη συντονισμένων αποτελεσμάτων όσο και με την πιθανότητα εμφάνισης συντονισμένων αποτελεσμάτων».
Τι λέει για τις εκπτώσεις σε σχέση με τους τιμοκαταλόγους
Ένα από τα επιχειρήματα των ελληνικών εταιρειών κινητής είναι πως οι καταναλωτές πληρώνουν, μέσω εκπτώσεων, χαμηλότερες τιμές σε σύγκριση με τους επίσημους τιμοκαταλόγους. Στην έκθεση επισημαίνεται πως «οι ΕΚΤ σε πολλές αγορές συχνά προβαίνουν σε εκπτώσεις από τις τιμές που διαφημίζουν στις ιστοσελίδες τους σε ειδικές συμφωνίες που ισχύουν μόνο για ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών. Υπό αυτήν την έννοια, οι ελληνικές εταιρείες κινητής δεν είναι μοναδικές. Αυτές οι εκπτώσεις συνήθως κυμαίνονται από 10% έως 30%».
Για παράδειγμα, «στην Ιταλία, η τιμή καταλόγου της Vodafone για πρόγραμμα κινητής που περιλαμβάνει 50 gigabyte δεδομένων (και απεριόριστα λεπτά ομιλίας και SMS) είναι 12.99 ευρώ, (…). Ωστόσο, οι καταναλωτές που ζητούν νέο αριθμό σύνδεσης και οι καταναλωτές που προτίθενται να αλλάξουν πάροχο, απολαμβάνουν έκπτωση περίπου 31%, καθώς η χρέωση γι αυτούς είναι 8,99 EUR ανά μήνα». H Vodafone Ελλάδος «παρέχει έκπτωση στην χρέωση καταλόγου του πακέτου RED Start κατά 35%, από 43 ευρώ σε 27,95 ευρώ το μήνα, μόνο όταν ο καταναλωτής ζητάει νέο αριθμό σύνδεσης ή όταν προτίθεται να αλλάξει πάροχο, μεταφέροντας τη γραμμή του από την Cosmote ή τη Wind, κατ’ αντιστοιχία με τη Vodafone Ιταλίας. Ωστόσο, ακόμα και στην τιμή αυτή, το εν λόγω πρόγραμμα που παρέχει μόνο 3 gigabytes δεδομένων (και 1000 λεπτά ομιλίας και SMS) κοστίζει τρεις φορές περισσότερο από ό,τι πληρώνουν κάποιοι Ιταλοί καταναλωτές για να αγοράσουν 50 gigabytes δεδομένων (και απεριόριστα λεπτά ομιλίας και SMS)».
Επ. Ανταγωνισμού: Υπαρκτό πρόβλημα οι υψηλές τιμές κινητής τηλεφωνίας
Μεγάλη αναταραχή στην αγορά τηλεπικοινωνιών δημιούργησε η έκθεση της φινλανδικής Rewheel για το κόστος των δεδομένων (data) στην κινητή τηλεφωνία και το επίπεδο ανταγωνισμού, που έγινε για λογαριασμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Τόσο οι εταιρείες του κλάδου, όσο και η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) απάντησαν.
Το θέμα φέρνει, πάντως, στην Βουλή το ΚΙΝΑΛ, με ερώτηση προς τους υπουργούς Ανάπτυξης Αδωνι Γεωργιάδη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυρ. Πιερρακάκη.
Στην έκθεση της φινλανδικής εταιρείας αναφέρεται πως οι τιμές στα data της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, ενώ επισημαίνεται πως η εγχώρια αγορά κινητής χαρακτηρίζεται από τα χαμηλότερα επίπεδα ανταγωνισμού στην Ε.Ε. και στον ΟΟΣΑ. Επίσημη αντίδραση από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης δεν υπάρχει, αλλά το απόγευμα της Παρασκευής εκδόθηκε σκληρή ανακοίνωση από τη διοίκηση της ΕΕΤΤ η οποία είναι και η αρμόδια για τη ρύθμιση της τηλεπικοινωνιακής αγοράς.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΕΤΤ, «η μελέτη την οποία επικαλείται και παρουσιάζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού εμφανίζει παράδοξα και εν πολλοίς αντιφατικά στοιχεία ενώ η μεθοδολογία που ακολουθεί είναι αμφιβόλου αξιοπιστίας».
Είχε αντιδράσει νωρίτερα και η Vodafone Ελλάδος, καθώς η έκθεση της Rewheel χρησιμοποιεί στοιχεία από πακέτα της εταιρείας, ώστε να επιχειρηματολογήσει για τις υψηλές τιμές στη χώρα μας. Κύκλοι της Vodafone υποστηρίζουν πως η έκθεση της φινλανδικής εταιρείας είναι ένα «συνονθύλευμα από ανακρίβειες που παραθέτει εσφαλμένα στοιχεία, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα και οδηγούν σε εντελώς λανθασμένα συμπεράσματα».
Αναφέρουν, για παράδειγμα, πως η έκθεση εσφαλμένα υποστηρίζει πως Vodafone Ελλάδας και Wind Hellas μοιράζονται φάσμα, ενώ στην πραγματικότητα μοιράζονται ενεργό δίκτυο, κάτι που θεωρείται «βέλτιστη πρακτική» ακόμα και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επ’ αυτού, πάντως, από την φινλανδική εταιρεία απαντούν πως στην έκθεσή τους δεν κάνουν λόγο για διαμοιρασμό φάσματος αλλά για από κοινού χρήση ενεργού δικτύου.
Η ΕΕΤΤ υποστηρίζει πως «οι πολιτικές κοινής χρήσης υποδομής αποτελούν διεθνή τάση με στόχο τη μείωση του κόστους επενδύσεων και πρέπει να ενθαρρύνονται και προφανώς πρέπει να διευκρινίζεται αν αφορούν χρήση φάσματος, χρήση ενεργού εξοπλισμού ή απλώς παθητικό εξοπλισμό που οδηγεί και σε μείωση του αριθμού των κεραιοσυστημάτων». Επιπλέον, «η επιλογή των χωρών που χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα (σ.σ. από την έκθεση της Rewheel) αποτελούν αντιπαραδείγματα παρεμβάσεων, όπως η περίπτωση του Καναδά η οποία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μονοπωλιακής/δυοπωλιακής αγοράς».
Τέλος, «η επιλογή στη σύγκριση πακέτων που δεν είναι αντιπροσωπευτικά της μέσης χρήσης στην ελληνική αγορά καθώς δεν υπάρχει ρητή αναφορά στην επιβάρυνση της φορολογίας ή άλλων χαρακτηριστικών όπως η χρονική δέσμευση του συμβολαίου, η επιδότηση συσκευής ή εκπτωτική πολιτική, κλπ. Αφορά δηλαδή σε ένα πολύ μικρό μερίδιο αγοράς”.
Με αφορμή την έκθεση της Rewheel, πάντως, οι βουλευτές του ΚΙΝΑΛ κ.κ. Μιχάλης Κατρίνης και Αχμέτ Ιλχάν κατέθεσαν ερώτηση προς τους υπουργούς Ανάπτυξης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης
Η ερώτηση του ΚΙΝΑΛ
Προς τον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Α. Γεωργιάδη
Προς τον Υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης κ. Κ. Πιερρακάκη
Θέμα: Θα συνεχίσουν οι πολίτες να χρυσοπληρώνουν τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας;
Σύμφωνα με μελέτη που κοινοποίησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η Ελλάδα κατατάσσεται ως μία από τις πιο ακριβές χώρες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ σε σχέση με το κόστος παροχής υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου.
Ειδικότερα από τη μελέτη προκύπτει ότι η Ελλάδα:
-Είναι η ακριβότερη χώρα σε πρόγραμμα με 2,5,10 και 20GB, απεριόριστες κλήσεις και μηνύματα
-Είναι η μόνη χώρα που με 30 ευρώ χρέωση για 1000 λεπτά ομιλίας δεν προσφέρει καθόλου(!) GB
-Πληρώνει 6 φορές παραπάνω για υποστήριξη συνεχούς ροής βίντεο HD σε σύγκριση πχ με την Ολλανδία
-Για χρέωση 20 ευρώ παρέχει 2,6GB, 300 λεπτά ομιλίας και 500 sms, όταν σε όλες τις άλλες αγορές με τα 20 ευρώ παρέχονται 20GB και απεριόριστα sms και χρόνος ομιλίας και σε αρκετές χώρες, με κόστος 20-40 ευρώ παρέχεται απεριόριστος όγκος δεδομένων.
-Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα το 45% των συμβολαίων κινητής έχει χρέωση πάνω από 60 ευρώ το μήνα (με 60 ευρώ αγοράζεις 6GB), όταν στην Ιρλανδία παρέχονται απεριόριστα δεδομένα, sms και λεπτά ομιλίας με 12,99 ευρώ το μήνα!
Παρά τις προφάσεις των εταιρειών ότι το κόστος είναι υψηλό για τους καταναλωτές λόγω της υψηλής φορολογίας, του υψηλού επιπέδου τιμών καταναλωτή, της μικρής πληθυσμιακής πυκνότητας, του μεγάλου μεριδίου αγροτικού πληθυσμού και των εδαφικών χαρακτηριστικών της χώρας, όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί καταρρίπτονται στη μελέτη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η κυβέρνηση δείχνει αδύναμη να υπερασπιστεί τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών και να επιβάλλει εξορθολογισμό των χρεώσεων στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας (και εν μέσω της κρίσης του κορωνοϊού) δεδομένου ότι:
Ο πρωθυπουργός στις 6/12/2019 επικοινώνησε τη «δέσμευση» των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας για μειώσεις χρεώσεων στη χρήση δεδομένων, οι οποίες περιορίστηκαν σε προωθητικές ενέργειες περιορισμένης διάρκειας (περίοδος εορτών) και δεν εφαρμόστηκαν παγίως
Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης ζήτησε στις 16/3/2020 από τις εταιρείες τεχνολογίας να παράσχουν δωρεάν υπηρεσίες ψυχαγωγίας για την περίοδο της πανδημίας, χωρίς να υπάρξει αποτέλεσμα
Παρά την έκκληση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) στις 13 Μαρτίου προς τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας να δώσουν δωρεάν χρόνο ομιλίας, δεδομένα και υψηλής ταχύτητας ευρυζωνική πρόσβαση λόγω κορωνοϊού, αυτό μεταφράστηκε σε προσφορές περιορισμένης διάρκειας και εύρους και από τις τρεις εταιρείες.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα είναι, σταθερά από το 2015, ουραγός της ΕΕ ως προς τη συνδεσιμότητα, η οποία μετρά την ανταγωνιστικότητα των κρατών ως προς τα επίπεδα τιμών και το ποσοστό σταθερής και κινητής ευρυζωνικής κάλυψης.
Ο μικρός αριθμός εταιρειών, η συμφωνία κοινής χρήσης δικτύου από τις δύο από τις τρεις εταιρείες και οι φραγμοί εισόδου νέων εταιρειών λόγω των όρων της διενεργούμενης δημοπρασίας εμποδίζουν τον ανταγωνισμό εις βάρος των καταναλωτών.
Ενόψει της διενεργούμενης διαδικασίας για την παραχώρηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, η κυβέρνηση οφείλει να πάρει ξεκάθαρη θέση και να συστήσει στην ΕΕΤΤ να τροποποιήσει τους όρους της δημοπρασίας και να εξασφαλίσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για είσοδο νέων παικτών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού, ήτοι:
-Δέσμευση φάσματος συχνοτήτων για νεοεισερχόμενο ανταγωνιστή,
-Προσωρινή υποχρέωση εθνικής περιαγωγής
-Παράταση υποχρέωσης εκπλήρωσης κριτήριων ανάπτυξης
-Υψηλότερο όριο φάσματος στη ζώνη 3440-3800 για νέες εταιρείες, με περιορισμό στο μέγιστο φάσμα που χορηγείται ανά πάροχο στις ζώνες 700 MHz, 2100MHz και 3440-3800MHz.
Επειδή η απεριόριστη χρήση δεδομένων καθίσταται επιτακτική σε μια περίοδο που η εξ αποστάσεως εκπαίδευση και εργασία γίνεται αναγκαιότητα λόγω της κρίσης του κορωνοϊού
Επειδή, λόγω της δεκαετούς κρίσης αρκετά νοικοκυριά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για ευρυζωνική σύνδεση, με αποτέλεσμα χιλιάδες παιδιά να μην μπορούν να παρακολουθήσουν μαθήματα εξ’ αποστάσεως, δημιουργώντας ανισότητες ως προς την πρόσβαση στην εκπαίδευση και την πληροφόρηση
Επειδή η ΕΕΤΤ θέτει τους όρους για τη δημοπρασία του φάσματος συχνοτήτων και έχει την αρμοδιότητα (οδηγία 2018/1972) να κάνει έρευνα και να προχωρήσει σε ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων και των χρεώσεων πρόσβασης, εφ’ όσον θεωρεί ότι περιορίζεται ο ανταγωνισμός ή δημιουργούνται περιοριστικές συνθήκες για την είσοδο νέων εταιρειών,
Επειδή η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία παρήγγειλε τη μελέτη, έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει τις εναρμονισμένες πρακτικές, την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (άρθρο 102 ΣΛΕΕ) και τη συγκέντρωση μεταξύ επιχειρήσεων,
Επειδή το κόστος για τη χρήση υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου στην Ελλάδα είναι εξωφρενικά υψηλό,
Ερωτώνται οι κύριοι υπουργοί:
1. Σκοπεύουν να ζητήσουν από τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας πάγια μείωση των χρεώσεων και, αν εκ νέου αγνοηθούν, να επιβάλλουν ανώτατα όρια τιμών λιανικής για τη χρήση υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου;
2. Προτίθενται να αναθέσουν αρμοδιότητες ελέγχου της εν λόγω αγοράς (εκτός από την ΕΕΤΤ) και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού;
3. Θα αναθεωρήσουν τους όρους της δημοπρασίας, ώστε να δώσουν κίνητρα για την απόκτηση ραδιοσυχνοτήτων στη δημοπρασία από νέες εταιρείες και να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό προς όφελος των πολιτών;
4. Θα επιβάλλουν την ανάπτυξη του δικτύου 5G χωρίς κοινή ανάπτυξη και χρήση δικτύων, όπως ζητούν οι εταιρείες για να αποφύγουν τις κεφαλαιουχικές δαπάνες;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Μιχάλης Κατρίνης
Αχμέτ Ιλχάν