Η παχυσαρκία μπορεί να επηρεάσει τόσο την κατάσταση θρέψης όσο και την ανάπτυξη των παιδιών. Η παχυσαρκία στην παιδική ηλικία συνδέεται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης σιδηροπενίας και σιδηροπενικής αναιμίας, μπορεί να αποτελέσει την αιτία πρώιμης εμμηναρχής στα κορίτσια, αλλά συνδέεται και με μυοσκελετικά και αναπνευστικά προβλήματα. Επιπρόσθετα, η παχυσαρκία έχει αντίκτυπο και στην ψυχική υγεία του παιδιού, μέσω του κοινωνικού στιγματισμού επηρεάζοντας έτσι αρνητικά μεταξύ άλλων την κοινωνικοποίησή του και τις σχολικές του επιδόσεις.
Τέλος, συνδέεται ισχυρά με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης υψηλής αρτηριακής πίεσης, υψηλής χοληστερόλης στο αίμα, ινσουλινοαντίστασης και σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, που με τη σειρά τους αντανακλούν την πρώιμη εμφάνιση των κλινικών διαταραχών και επιπλοκών που συνήθως παραμένουν και εξακολουθούν να ασκούν την αρνητική τους επίδραση στην υγεία και κατά την ενηλικίωση.
Η προσχολική και σχολική ηλικία αποτελούν κρίσιμες περιόδους για την υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών, οι οποίες μπορούν να διατηρηθούν και στην ενήλικη ζωή. Οι υγιεινές διατροφικές συνήθειες που υιοθετούνται από μικρή ηλικία συμβάλλουν στην πρόληψη τόσο της παχυσαρκίας κατά την παιδική και ενήλικη ζωή, όσο και των υπόλοιπων διατροφοεξαρτώμενων νοσημάτων (καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ, νεοπλασματικές ασθένειες κ.α.)
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας περνούν μεγάλο μέρος της καθημερινότητας τους στις δομές προσχολικής αγωγής και καταναλώνουν σε αυτές τουλάχιστον 2-3 γεύματα ημερησίως. Οι παιδικοί σταθμοί αποτελούν το ιδανικό περιβάλλον διαμόρφωσης υγιεινών συνηθειών και γι’ αυτό πρέπει να προάγουν την υγιεινή διατροφή και τη σωματική δραστηριότητα και να ενισχύουν τις δεξιότητες των παιδιών προς την υιοθέτηση αυτών των συνηθειών.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι παρεμβάσεις που αφορούν τις διατροφικές επιλογές στους χώρους προσχολικής και σχολικής αγωγής, όταν υλοποιούνται ως μέρος ολοκληρωμένων πολιτικών για τα τρόφιμα και τη διατροφή, έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στην αντιμετώπιση του αυξημένου επιπολασμού της παχυσαρκίας και στην πρόληψη των χρόνιων νοσημάτων που σχετίζονται με τη διατροφή.
Γι’ αυτό, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει τον καθορισμό κριτηρίων προκειμένου να εξασφαλιστεί η διαθεσιμότητα των υγιεινών επιλογών τροφίμων στις δομές σχολικής και προσχολικής αγωγής και ιδιαίτερα όσον αφορά την επαρκή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών και την περιορισμένη κατανάλωση αλατιού, πρόσθετων σακχάρων και λιπιδίων.
Ακολουθώντας τις σχετικές συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και με στόχο την υποστήριξη διαμόρφωσης ενός περιβάλλοντος προώθησης υγιεινών διατροφικών συνηθειών σε όλους τους παιδικούς σταθμούς της χώρας, το Υπουργείο Υγείας έχει εκδώσει τις σχετικές (1) και (2) Υπουργικές
Αποφάσεις, με τις οποίες καθορίζονται τα τρόφιμα και οι μερίδες που παρέχονται για τη σίτιση βρεφών και νηπίων στους δημοτικούς και ιδιωτικούς παιδικούς, βρεφονηπιακούς και βρεφικούς σταθμούς. Οι επιλογές καθορίστηκαν με βάση τις σύγχρονες επιστημονικές παιδιατρικές και διατροφικές απόψεις για την υγιεινή διατροφή των παιδιών, τις εθνικές διατροφικές συστάσεις και το πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής.
Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις τα διαιτολόγια των σταθμών καταρτίζονται από τον/την Παιδίατρο του Σταθμού και τον/τη Διαιτολόγο-Διατροφολόγο του Σταθμού, ενώ συστήνεται κατά τη διαμόρφωση του να λαμβάνονται υπόψη οι ενδεικτικές επιλογές που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της σχετικής (1) Απόφασης. Αναφορικά με τη διατροφική διαχείριση παιδιών με τροφικές αλλεργίες και δυσανεξίες, υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τη σχετική (1) Απόφαση, τα εν λόγω νοσήματα θα πρέπει να δηλώνονται από τους γονείς στον Σταθμό και να είναι ενήμεροι ο Παιδίατρος, ο ΔιαιτολόγοςΔιατροφολόγος, καθώς και το προσωπικό του σταθμού, οι οποίοι οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε το παιδί να ακολουθεί τροποποιημένο διαιτολόγιο στο οποίο δεν περιλαμβάνονται οι εν λόγω τροφές.
ΤΡΟΦΙΜΑ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΠΑΙΔΙΚΟΥΣ ΣΤΑΘΜΟΥΣ
Σύμφωνα με δεδομένα εθνικών μελετών, τα παιδιά στη χώρα μας καταναλώνουν καθημερινά σημαντικές ποσότητες τροφίμων που χαρακτηρίζονται ως ενεργειακά πυκνά, όπως προϊόντα αρτοποιίας (τυρόπιτα, πίτσα, κρουασάν κλπ), γλυκίσματα (π.χ. σοκολάτες, καραμέλες) και αλμυρά σνακ (π.χ.τσιπς).
Σύμφωνα με τις εθνικές διατροφικές συστάσεις η διαθεσιμότητα αυτών των τροφίμων πρέπει να είναι περιορισμένη στην συνολική διατροφή των παιδιών και να διατίθενται μόνο σε ειδικές περιστάσεις. Τα εν λόγω τρόφιμα περιέχουν σημαντικές ποσότητες θρεπτικών συστατικών (όπως πρόσθετα σάκχαρα, κορεσμένα λιπαρά οξέα, trans λιπαρά οξέα, νάτριο), η αυξημένη πρόσληψη των οποίων σχετίζεται με την εμφάνιση παχυσαρκίας και διατροφοεξαρτώμενων νοσημάτων.
Ειδικότερα, η αυξημένη πρόσληψη σακχάρων σχετίζεται με την ανάπτυξη οδοντικής τερηδόνας, χρόνιων μεταβολικών νοσημάτων και αύξηση του σωματικού βάρους. Σύμφωνα με στοιχεία της μελέτης
ΠΑΜΕΔΥ, ο κίνδυνος να είναι ένα παιδί υπέρβαρο είναι 2,5 φορές υψηλότερος εάν καταναλώνει ≥10% των συνολικών θερμίδων του από πρόσθετα σάκχαρα, σε σύγκριση με τα παιδιά που καταναλώνουν <10%
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πηγές ελεύθερων σακχάρων αποτελούν (εκτός της κοινής ζάχαρης) το μέλι, σιρόπια και προϊόντα ζαχαροπλαστικής, αναψυκτικά με ζάχαρη, χυμοί φρούτων και νέκταρ φρούτων.
Για τους ανωτέρω λόγους, στους παιδικούς σταθμούς θα πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση επεξεργασμένων τροφίμων που περιέχουν αυξημένη περιεκτικότητα σε πρόσθετα σάκχαρα, κορεσμένα και βιομηχανικώς παραγόμενα trans λιπαρά οξέα, αλάτι, συντηρητικές χρωστικές και τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, όπως ενδεικτικά:
- σακχαρούχο/σοκολατούχο γάλα, επιδόρπια γιαουρτιού, ρυζόγαλο, κρέμες συσκευασμένες (φαρίν λακτέ, άνθος αραβοσίτου, σοκολάτας, καραμελέ)
- γλυκίσματα όπως σοκολάτα, μπισκότα, τσουρέκι, τούρτα κλπ
- σύνθετα αρτοσκευάσματα (πίτσα, πεϊνιρλί, κρέπες, κρουασάν, κέικ, βουτήματα, τυρόπιτα, σπανακόπιτα, ζαμπονοτυρόπιτα, μυζηθρόπιτα, κρεατόπιτα)
- αλείμματα σοκολάτας και αλείμματα ξηρών καρπών (ταχίνι, φυστικοβούτυρο) με υψηλή περιεκτικότητα σε πρόσθετα σάκχαρα
- τηγανητά (πατάτες, κρέας, ψάρι, κροκέτες κα), μαργαρίνη και βούτυρο
- αλμυρά σνακ (τσιπς, γαριδάκια κλπ)
- αλλαντικά και άλλα επεξεργασμένα κρέατα
- αναψυκτικά και χυμοί εμπορίου
- φυσικοί χυμοί φρούτων. Θα πρέπει να υπάρχει διάκριση μεταξύ των φρέσκων φρούτων και του οφέλους για την υγεία που συνεπάγεται η κατανάλωσή τους, και των φρέσκων χυμών φρούτωνπου αποτελούν τρόφιμα πλούσια σε ελεύθερα σάκχαρα.
Συστήνεται οι σταθμοί να αποφεύγουν την χορήγηση φυσικών χυμών φρούτων και να προτιμούν τα φρέσκα φρούτα. Εξάλλου, σύμφωνα με τις εθνικές διατροφικές συστάσεις, η κατανάλωση χυμού φρούτων (ακόμα και φυσικού) συνιστάται να μην ξεπερνά τα 120ml (μισό ποτήρι) ημερησίως (ισοδυναμεί με 1 μερίδα φρούτου).
Τέλος, επισημαίνεται ότι απαγορεύεται να δοθεί μέλι σε παιδιά κάτω του 1 έτους, λόγω του κινδύνου αλλαντίασης.
ΠΑΡΟΧΗ ΦΡΟΥΤΩΝ, ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΟΛΙΚΗΣ ΑΛΕΣΗΣ
Σύμφωνα με τις εθνικές διατροφικές συστάσεις, τα παιδιά θα πρέπει να τρώνε καθημερινά ικανοποιητικές ποσότητες από τροφές που είναι πλούσιες σε διαιτητικές ίνες. Η πρόσληψη διαιτητικών ινών συμβάλλει στην ανάπτυξη του μικροβιώματος του εντέρου, στη φυσιολογική λειτουργία και τελικά στην υγεία του εντέρου αλλά και στον επαρκή κορεσμό.
Για τα παιδιά 1-2 ετών συστήνεται η καθημερινή κατανάλωση 1 μερίδας φρούτων και 1 μερίδας λαχανικών και για τα παιδιά από 4 ετών συστήνεται η κατανάλωση 1-2 μερίδων φρούτων και 1-2 μερίδων λαχανικών. Παράλληλα, συστήνεται η καθημερινή κατανάλωση δημητριακών (2-3 μερίδες για τα παιδιά έως 3 ετών και 4-5 μερίδες για τα παιδιά από 4 ετών) με προτίμηση σε δημητριακά ολικής άλεσης έναντι των επεξεργασμένων. Αντίστοιχα, σύμφωνα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα παιδιά ηλικίας 2-5 ετών θα πρέπει να καταναλώνουν καθημερινά τουλάχιστον 250γρ φρούτων και λαχανικών και να προσλαμβάνουν τουλάχιστον 15γρ φυτικών ινών ημερησίως.
Εντούτοις, σύμφωνα με στοιχεία πρόσφατων μελετών στη χώρα μας σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας, μόλις ένα μικρό ποσοστό των παιδιών συμμορφώνεται με τις συστάσεις για την
κατανάλωση φρούτων και λαχανικών.
Προκειμένου να ενισχυθεί η πρόσληψη φυτικών ινών των παιδιών προσχολικής ηλικίας και να εκπαιδευτούν τα παιδιά στην κατανάλωση ποικιλίας φρούτων, λαχανικών και προϊόντων ολικής άλεσης, συστήνεται τα διαιτολόγια των παιδικών σταθμών:
να παρέχουν σε καθημερινή βάση 1 μερίδα λαχανικών είτε ως ωμή σαλάτα (π.χ. ντομάτα, αγγούρι, λάχανο), είτε ως βραστά (π.χ. μπρόκολο) ή μαγειρεμένα λαχανικά (π.χ. φασολάκια, μπριάμ) προτιμώντας τα λαχανικά εποχής.
Καθώς τα βρέφη και τα νήπια έχουν έμφυτες προτιμήσεις για τις γλυκές και τις αλμυρές γεύσεις και απέχθεια για τις πικρές γεύσεις, οι φροντιστές τους θα πρέπει να επιδείξουν υπομονή και επιμονή ώστε μέσω της επαναλαμβανόμενης χορήγησης ποικιλίας λαχανικών από μικρή ηλικία να καλλιεργηθούν σε αυτές τις γεύσεις, και μακροπρόθεσμα να αυξήσουν την προτίμησή τους στα λαχανικά που αποτελούν μια από τις βασικές ομάδες τροφίμων της παραδοσιακής Μεσογειακής Διατροφής με πληθώρα ευεργετικών δράσεων για την υγεία τους. Εξάλλου, ένα βρέφος ή μικρό παιδί μπορεί να χρειαστεί να λάβει μια νέα γεύση τουλάχιστον 8 έως 10 φορές πριν από την τελική αποδοχή της.
να παρέχουν σε καθημερινή βάση 1 μερίδα φρέσκων φρούτων, προτιμώντας τα φρούτα εποχής και αποφεύγοντας τη χορήγηση φυσικών χυμών φρούτων. Στο Παράρτημα 4 της παρούσας περιλαμβάνεται πίνακας εποχικότητας λαχανικών και φρούτων ώστε να επιλέγονται τα κατάλληλα για κάθε εποχή.
να παρέχουν σε καθημερινή βάση δημητριακά ολικής άλεσης (δημητριακά πρωϊνού, βρόμη, ζυμαρικά, ρύζι) και προϊόντα ολικής άλεσης (ψωμί, φρυγανιές), που περιέχουν υψηλές ποσότητες των ευεργετικών για την υγεία φυτικών ινών, έναντι των επεξεργασμένων – «λευκών» δημητριακών.
www.dnews.gr