Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν και πολλοί είναι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα που ψάχνουν να μάθουν «πώς υπολογίζεται» η ετήσια άδεια.
Για να χορηγηθεί η ετήσια άδεια, πρέπει να προηγηθεί συμφωνία μεταξύ του μισθωτού εργαζόμενου και του εργοδότη.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι μισοί τουλάχιστον από τους μισθωτούς πρέπει να παίρνουν άδεια μέσα στο χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου.
Σημειώνεται ότι οι εργαζόμενοι δικαιούνται να λάβουν αναλογική άδεια από τον πρώτο μήνα που ξεκινούν τη δουλειά. Ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων λαμβάνεται υπόψη το ημερολογιακό έτος
Ποιοι εργαζόμενοι δικαιούνται άδεια
Η ετήσια άδεια χορηγείται με αποδοχές σε όλους τους μισθωτούς που συνδέονται με τον εργοδότη με σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου.
Πώς υπολογίζεται η ετήσια άδεια εργαζομένου
Η ετήσια άδεια για τον πρώτο χρόνο στην ίδια επιχείρηση χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά, με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος. Η αναλογία της χορηγούμενης αδείας υπολογίζεται βάσει:
• Ετήσιας άδειας 20 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου και
• Ετήσιας άδειας 24 εργάσιμων ημερών, επί εξαήμερου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχούς απασχόλησης.
Σύμφωνα με τα όσα ισχύουν, στα δικαιώματα του εργαζόμενου είναι και η δυνατότητα μεταφοράς της ετήσιας κανονικής άδειας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους (έως 31 Mαρτίου). Πρακτικά, δηλαδή, το υπόλοιπο μετά την καλοκαιρινή άδεια μπορεί να ληφθεί από τον εργαζόμενο μέσα στο πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους. Μόλις, όμως, παρέλθει αυτή η προθεσμία η επιχείρηση υποχρεούται να καταβάλει το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο υπόλοιπο της άδειας.
Πόσο αυξάνονται οι ημέρες άδειας τη δεύτερη και την τρίτη χρονιά
Ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ετήσια κανονική άδεια από την πρώτη χρονιά που έγινε η πρόσληψη κατ’ αναλογία του χρόνου απασχόλησης που συμπληρώνει στην επιχείρηση, χωρίς να απαιτείται και η συμπλήρωση ορισμένου χρόνου υπηρεσίας.
Η αναλογία αυτή είναι 2 ημέρες άδειας για κάθε μήνα εργασιακής σχέσης. Αυτός ο αριθμός αφορά τόσο την πενθήμερη όσο και την εξαήμερη απασχόληση και υπολογίζεται με βάση ετήσια άδεια 24 εργασίμων ημερών (επί εξαήμερου) και με βάση ετήσια άδεια 20 εργασίμων ημερών (επί πενθημέρου).
Τη δεύτερη χρονιά ο μισθωτός δικαιούται επίσης να λάβει τμηματικά την άδειά του. Η αναλογία της άδειας υπολογίζεται εκ νέου, όπως και κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος, με βάση τις 20 ημέρες επί πενθημέρου και τις 24 ημέρες επί εξαημέρου.
Σημειώνεται ότι κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος και από το χρονικό σημείο συμπλήρωσης 12 μηνών απασχόλησης, η άδεια αυξάνεται κατά μία ημέρα, πηγαίνει δηλαδή στις 21 ημέρες επί πενθημέρου και 25 ημέρες για το εξαήμερο.
Την τρίτη χρονιά η άδεια ανέρχεται σε 21 ή 22 ημέρες επί πενθημέρου και σε 25 ή 26 επί εξαήμερου, αναλόγως εάν ο συγκεκριμένος εργαζόμενος κατά το χρονικό σημείο λήψης της άδειας έχει ή όχι συμπληρώσει 24 μήνες απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη. Στην περίπτωση αυτή, οι εργαζόμενοι δικαιούνται να λάβουν ολόκληρη την άδειά τους η οποία αφορά το ημερολογιακό έτος.
Προσοχή! Απαγορεύεται η καταγγελία σύμβασης από τον εργοδότη κατά τη χρονική διάρκεια που ο μισθωτός εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα έχει πάρει ημέρες άδειας.
www.parapolitika.gr