Το 2022, το 75% (193,5 εκατομμύρια) των ατόμων ηλικίας 20-64 ετών στην ΕΕ ήταν εργαζόμενοι, το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από την έναρξη της χρονολογικής σειράς το 2009. Το ποσοστό απασχόλησης έπεσε στο 72% το 2020 λόγω της πανδημίας COVID-19, αλλά ανέκαμψε στο 73% το 2021 και αυξήθηκε περαιτέρω κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) το 2022.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, 11 είχαν ποσοστά απασχόλησης άνω του 78% (ένας από τους τρεις στόχους που τέθηκαν στο σχέδιο δράσης 2030 του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων), με τις Κάτω Χώρες (83%), τη Σουηδία και την Εσθονία (και οι δύο 82%) να έχουν τα υψηλότερα ποσοστά.
Τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Ιταλία (65%), την Ελλάδα (66%) και τη Ρουμανία (69%).
Οι γυναίκες είναι περισσότερο υπερεξειδικευμένες από τους άνδρες.
Το 2022, το ποσοστό υπερεξειδίκευσης στην ΕΕ ήταν 22%, με 21% για τους άνδρες και 23% για τις γυναίκες. Υπερ-ειδίκευση είναι όταν άτομα με τριτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα ISCED 5-8) απασχολούνται σε επαγγέλματα που δεν απαιτούν τόσο υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης (που αντιστοιχούν στις κύριες ομάδες ISCO 4-9).
Δεδομένου ότι το 2023 είναι το Ευρωπαϊκό Έτος Δεξιοτήτων, οι στατιστικές αυτές θα μπορούσαν να βοηθήσουν να ενημερωθούν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για το πώς τα καταφέρνουν οι άνθρωποι στην ΕΕ όσον αφορά την εφαρμογή των προσόντων τους.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, το ποσοστό υπερεξειδίκευσης ήταν υψηλότερο στην Ισπανία (36%), ακολουθούμενο από την Ελλάδα και την Κύπρο (32% έκαστη). Εν τω μεταξύ, το Λουξεμβούργο (7%), η Σουηδία, η Δανία, η Ουγγαρία και η Τσεχία (από 14%) κατέγραψαν τα χαμηλότερα ποσοστά.
Σε 19 από τις 27 χώρες της ΕΕ, οι γυναίκες είχαν υψηλότερα ποσοστά υπερεκπαίδευσης από τους άνδρες, με τις μεγαλύτερες διαφορές να καταγράφονται στη Μάλτα (+11 ποσοστιαίες μονάδες), την Κύπρο (+8 ποσοστιαίες μονάδες), την Ιταλία και τη Σλοβακία (και οι δύο +7 ποσοστιαίες μονάδες).
Ωστόσο, σε οκτώ χώρες της ΕΕ, οι άνδρες είχαν υψηλότερα ποσοστά υπερεξειδίκευσης, με τις μεγαλύτερες διαφορές να καταγράφονται στις χώρες της Βαλτικής: Λιθουανία (+5 ποσοστιαίες μονάδες), Εσθονία και Λετονία (+4 ποσοστιαίες μονάδες η καθεμία).